Τζάκσον, Άντριου

Τζάκσον, Άντριου
(Jackson, Ουάξχο, Νότια Καρολίνα 1767 – Νάσβιλ, Τενεσί 1845). Έβδομος πρόεδρος των ΗΠΑ. Τυπικός αντιπρόσωπος του Old West, ευθύς, γενναιόψυχος, αδιάλλακτος και ελάχιστα μορφωμένος, ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Στρατηγός, πολέμησε, μεταξύ άλλων, εναντίον των Ινδιάνων Σεμινόλ (1818), σε έναν πολύ αμφισβητούμενο από ηθική άποψη πόλεμο, και 2 χρόνια αργότερα έγινε γερουσιαστής της Φλόριντα. Το 1828 διαδέχτηκε στην προεδρία τον Τζον Κουίνσι ‘Aνταμς και κράτησε το αξίωμα έως το 1837, οπότε το παρέδωσε στον Μάρτιν Βαν Μπούρεν (που ήταν από το 1833 αντιπρόεδρός του) και αποσύρθηκε από την πολιτική. Δημοκρατικός, φανατικός ενωτικός, φρόντισε προπάντων για την ενίσχυση της κεντρικής εξουσίας, προκαλώντας την ψήφιση ενός νόμου (του Force Act), που επέτρεπε τη χρησιμοποίηση του ομοσπονδιακού στρατού εναντίον των Πολιτειών, ύστερα από μια διαμάχη με τη Νότια Καρολίνα. Η αποφασιστική στάση του εναντίον της Τράπεζας των ΗΠΑ ήταν ένα βαρύ πλήγμα για τα μονοπώλια. Ο έβδομος Πρόεδρος των ΗΠΑ Α. Τζάκσον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

  • Βαν Μπιούρεν, Μάρτιν — (Martin Van Buren, 1782 1862). Αμερικανός πολιτικός και πρόεδρος των ΗΠΑ (1837 41). Σπούδασε νομικά και ασχολήθηκε με την πολιτική από αρκετά νωρίς. Εντάχθηκε στο Δημοκρατικό Κόμμα και εξελέγη επανειλημμένα γερουσιαστής. Όταν έγινε πρόεδρος ο… …   Dictionary of Greek

  • Ουίγος — ο 1. συν. στον πληθ. οι Ουίγοι ένα από τα δύο κόμματα φατρίες τής Αγγλίας κατά τον 17ο και τον 18ο αιώνα, αντίπαλο τών Τόρυ, το οποίο στην αρχή ταυτιζόταν με τους Σκώτους Πρεσβυτεριανούς αλλά στη συνέχεια εκπροσωπούσε τα συμφέροντα τών… …   Dictionary of Greek

  • Γκρίνβιλ — (Greenville).Ονομασία πόλεων και κωμοπόλεων των ΗΠΑ. 1. Πόλη (60.500 κάτ. το 2000) στην πολιτεία Βόρεια Καρολίνα, έδρα της κομητείας Πιτ. Βρίσκεται κοντά στον ποταμό Ταρ, 50 χλμ. νοτιοανατολικά του Ρόκο Μάουντ. Είναι κέντρο παραγωγής και εμπορίας …   Dictionary of Greek

  • Κρικ — (Creek). Φυλή αυτοχθόνων της Αμερικής, της γλωσσικής οικογένειας μάσκογκι, που είχε αναπτύξει μία από τις πιο εξελιγμένες γεωργικές κοινωνίες της Βόρειας Αμερικής κατά τη διάρκεια του 18ου αι. Ήταν κυρίαρχη ομάδα σε μια ομοσπονδία που αριθμούσε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”